Σε πολλές οικογένειες, από παλιά μέχρι σήμερα, παρατηρείται η λεγόμενη ‘γονεοποίηση’ των παιδιών. Τι σημαίνει γονεοποίηση; Πρόκειται για μία διαδικασία στην οποία τα παιδιά γίνονται υποκατάστατο των γονιών, των γονιών τους. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, τα παιδιά στηρίζουν τους γονείς, τους καθοδηγούν, τους κριτικάρουν αλλά και τους ανταμείβουν, όπως ακριβώς θα έκαναν οι δικοί τους γονείς. Όπως θα έλεγε και ο Minuchin, ο όρος αυτός υπογραμμίζει την ανάθεση των γονεϊκών ρόλων σε ένα ή περισσότερα παιδιά στο σύστημα της οικογένειας. Στις οικογένειες που συμβαίνει αυτό ίσως οι ανάγκες των γονιών δεν συναντήθηκαν από τους δικούς
τους γονείς και επομένως η επιθυμία για εκπλήρωση αυτών των αναγκών έχει μεταφερθεί στα παιδιά τους. Με αυτόν τον τρόπο τα δικά τους παιδιά γίνονται «παππούδες/γιαγιάδες».
Πότε παρατηρείται η γονεοποίηση των παιδιών; Η πιο συχνή εμφάνιση αυτής της διαδικασίας, συμβαίνει όταν οι γονείς πιθανώς έχουν στερηθεί πράγματα/συναισθήματα από τους δικούς τους φροντιστές. Για το λόγο αυτό, ίσως οι γονείς δυσκολεύονται να προσφέρουν και να ικανοποιήσουν το βρέφος/παιδί αλλά από την άλλη περιμένουν από αυτό να τους προσφέρει ικανοποίηση και φροντίδα.
Όταν λοιπόν οι γονείς αντιμετωπίζουν και περιμένουν από το βρέφος να λειτουργήσει με έναν ενήλικο τρόπο, αρνούνται σε ταυτόχρονο χρόνο και τις βρεφικές/παιδικές του ανάγκες. Για να γίνει πιο κατανοητό, μία μητέρα ή ένας πατέρας μπορεί να περιμένει από το βρέφος του να δείχνει με έκδηλο και κατανοητό τρόπο την αγάπη του προς το πρόσωπό τους. Το γεγονός αυτό είναι μη ρεαλιστικό και αδύνατο και σίγουρα οι γονείς αυτοί θα ματαιωθούν και θα θεωρούν ότι το παιδί αδιαφορεί γι’ αυτούς.
Ένα ακόμη παράδειγμα γονεοποίησης συναντάμε και σε πολύ νεαρούς ανθρώπους ή εφήβους που γίνονται γονείς. Πιο συγκεκριμένα, χωρίς να αποτελεί γενικό κανόνα, πολλές έφηβες μένουν έγκυες όταν στη σχέση με τους γονείς υπάρχουν συγκρούσεις και ρωγμές. Με το να φέρει ένα παιδί στον κόσμο, η έφηβη μητέρα αναδημιουργεί μία σχέση, έναν δυνατό δεσμό μητέρας και παιδιού με σκοπό μία επανορθωτική εμπειρία. Παρόλα αυτά, τα προβλήματα εμφανίζονται πολύ γρήγορα και αναπόφευκτα. Η νεαρή, έφηβη συνήθως, μητέρα αναμένει ασυνείδητα την αγάπη και τη φροντίδα από το παιδί. Η ίδια μπορεί να φέρεται μηχανικά προς τις ανάγκες του βρέφους ή να αναρωτιέται τι κάνει αυτό γι’ αυτήν, αλλά και πώς δείχνει την αγάπη του.
Η πιο ακραία μορφή της γονεοποίησης μπορεί να υπάρξει σε περιπτώσεις μητρικής κατάθλιψης. Είναι συχνό φαινόμενο, τα παιδιά να καταλαβαίνουν από τα αρχικά χρόνια της ζωής τους τα σημάδια στεναχώριας, θλίψης στον γονέα. Γρήγορα λοιπόν σπεύδουν να τον παρηγορήσουν. Υπάρχει περίπτωση να γίνουν φροντιστικά προς τον καταθλιπτικό γονέα ή μπορεί να έχουν τις ελάχιστες απαιτήσεις από αυτόν ώστε να μην τον επιβαρύνουν.
Τέλος, η κακοποίηση ενός παιδιού μπορεί να αποτελεί ένα ακόμη ακραίο θα λέγαμε αποτέλεσμα της γονεοποίησης. Μία βίαια πράξη μπορεί να υπάρξει απέναντι σε ένα παιδί, όταν ο γονέας νιώθει παρατημένος και αβοήθητος. Επειδή ακριβώς νιώθει εγκαταλελειμμένος, περιμένει και από το παιδί του να το φροντίσει ή να τον καταλάβει. Το παραπάνω παράδειγμα πρόκειται για μία ακραία μορφή γονεοποίησης. Γονεοποίηση μπορεί να παρατηρηθεί ακόμα και σε περιπτώσεις διαζυγίου, στο οποίο ο θυμωμένος ή μη, εγκαταλελειμμένος γονέας, αναθέτει πολλές υποχρεώσεις στο παιδί ή απαιτεί ακόμα και από αυτό να τον φροντίζει και να τον καλύπτει συναισθηματικά, όπως ακριβώς ένας ή μία σύζυγος.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, είναι σημαντική και βοηθητική η συνεργασία της οικογένειας με έναν θεραπευτή, με σκοπό την αναδημιουργία των σχέσεων με έναν τρόπο λειτουργικό και ανακουφιστικό για το εκάστοτε μέλος.