‘Πρόσεχε μην το πεις ποτέ στη μητέρα σου αυτό, θα την πεθάνεις’, ‘Καλύτερα να μην μάθει ποτέ ο πατέρας σου για την άμβλωση γιατί θα στεναχωρεθεί’. Οι παραπάνω αποτελούν, με διάφορες μορφές, συχνές εκφράσεις που μπορεί να ακουστούν μέσα σε μία οικογένεια. Αυτά είναι λοιπόν τα οικογενειακά ‘μυστικά’ τα οποία φέρουν μεγάλη ένταση και πολλές φορές οδηγούν σε οικογενειακή θεραπεία ή θεραπεία ζεύγους.
Τα μυστικά μπορεί να είναι σχετικά με πληροφορίες, τις οποίες τις κρατά είτε ένα άτομο, είτε δύο άτομα μεταξύ τους, ή περισσότερα μέλη μέσα σε μία οικογένεια. Τα οικογενειακά μυστικά δεν αφορούν σκέψεις, ανησυχίες και υποθέσεις, αλλά είναι πραγματικά γεγονότα, τα οποία έχουν γραφτεί στην ιστορία μίας οικογένειας ή στην ιστορία κάποιας σχέσης μεταξύ δύο ατόμων. Τα μυστικά αυτά αφορούν κυρίως στον τρόπο με τον οποίο μπορεί να πέθανε κάποιο μέλος, απιστίες, αιμομιξία, κάποιο διαζύγιο, υιοθεσίες, εξαρτήσεις, κακοποίηση, άμβλωση, ψυχικές ή και σωματικές ασθένειες και πολλά άλλα. Τα μυστικά σε μία οικογένεια επιφέρουν σίγουρα ένταση αλλά πολλές φορές και σύγχυση, καθώς είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς ποιο μέλος γνωρίζει και ποιο μέλος δεν γνωρίζει. Για παράδειγμα, ορισμένα μέλη μίας οικογένειας μπορεί να αναφέρουν, όταν τελικά γίνει μία ανοιχτή συζήτηση σχετικά με το εκάστοτε μυστικό, ότι δεν γνώριζαν, αλλά υπέθεταν, φαντάζονταν, ή υποψιάζονταν. ʼλλα μέλη μπορεί να γνωρίζουν κάποια μεμονωμένα πράγματα και να αγνοούν άλλα, ενώ μπορεί διαφορετικά άτομα να γνωρίζουν διαφορετικές πληροφορίες. Συγχρόνως, για κάποια άτομα που γνωρίζουν ένα μυστικό μπορεί να είναι ξεκάθαρο ότι πρόκειται για μυστικό, ενώ άλλα μπορεί να εκπλαγούν ότι επρόκειτο για κάτι κρυφό. Μία έκφραση που συχνά ακούγεται είναι η εξής: «Είναι αστείο, πάντα γνώριζα ότι πρόκειται για κάτι που δεν πρέπει να μιλήσω και δεν ήξερα αν η αδερφή μου είναι ενήμερη ή όχι, αλλά ποτέ έως τώρα δεν το σκεφτόμουν σαν ένα μυστικό, σαν κάτι κρυφό!». Η τελευταία αυτή φράση δείχνει ότι είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε τα μυστικά, ακόμα και όταν το μέλος που τα κρατάει δεν τα αναγνωρίζει ως τέτοια.
Το κράτημα ενός μυστικού, αν μη τι άλλο, δείχνει πόσο αφοσιωμένο είναι το άτομο στις σχέσεις, στην οικογένεια, ή σε κάποιο άλλο άτομο μέσα σε αυτήν. Συχνά λοιπόν το μέλος που φέρει το μυστικό έχει δώσει «όρκους σιωπής». Πιθανώς, επομένως, να νιώθει ότι έχει το χρέος προς τους άλλους να το κάνει. Η αποκάλυψη ενός οικογενειακού μυστικού μπορεί να βιωθεί ή να αναγνωριστεί ως μια πράξη προδοσίας, η οποία μπορεί να συνοδεύεται με αρκετή ενοχή για το άτομο που το αποκαλύπτει. Παρόλα αυτά το «πεδίο επίγνωσης», δηλαδή το πεδίο στο οποίο το άτομο γνωρίζει και δεν αποκαλύπτει, είναι πολύ πιο περίπλοκο. Αυτό συμβαίνει γιατί το άτομο που φέρει το μυστικό μπορεί να αισθάνεται αφοσίωση και στο μέλος το οποίο μπορεί να αγνοεί το μυστικό ή στο οποίο αναφέρεται το μυστικό. Πιο συγκεκριμένα και επί παραδείγματι ένας πατέρας μπορεί λέει στον γιο του ένα μυστικό που αφορά την αδερφή του και παράλληλα να επιμένει να σιωπήσει και μην αναφέρει τίποτα σε αυτήν. Κρατώντας το μυστικό, δηλαδή δείχνοντας αφιέρωση στον πατέρα του, ο γιος προδίδει την αδερφή του, αλλά αν το πει στην αδερφή του προδίδει τον πατέρα του.
Οι δυναμικές λοιπόν που είναι σχετικές με τα τα οικογενειακά μυστικά συμβαίνουν και δημιουργούνται με έναν τρόπο αρκετά ανεπαίσθητο και αρκετά καταστροφικό θα λέγαμε στις σχέσεις. Αυτό συμβαίνει γιατί ο φορέας του μυστικού μπορεί να επιδεικνύει υπερηφάνεια, προσδίδοντας με αυτόν τρόπο στο ίδιο το μυστικό, μία δύναμη γνώσης και τονίζοντας στα άλλα μέλη την έλλειψη αυτής. Επίσης, τα ενδοοικογενειακά μυστικά δημιουργούν ή ακόμα και ενδυναμώνουν τα όρια αλλά και τις συμμαχικές σχέσεις ανάμεσα σε αυτούς που φέρουν τα μυστικά. Με τον τρόπο αυτό, προκύπτει αποξένωση και απομάκρυνση μεταξύ των μελών που φέρουν ένα μυστικό και των μελών που δεν γνωρίζουν ως συνέπεια της αδυναμίας ή άρνησης του φορέα του μυστικού να το κάνει συζήτηση μαζί τους. Επιπλέον, μπορεί να υπάρξει απογοήτευση ή σύγχυση ανάμεσα στα μέλη μετά την αποκάλυψη ενός μυστικού. Ακόμη είναι αξιοσημείωτο ότι τα όρια αυτά που δημιουργούνται από τα μυστικά εξαρτώνται όχι μόνο από το ποιος είναι ο φορέας του μυστικού αλλά και από το να γνωρίζει το εκάστοτε άτομο ποιος γνωρίζει μέσα στο σύστημα/οικογένεια.
Από την άλλη πλευρά, όταν όλα τα μέλη της οικογένειας είναι γνωρίζουν το μυστικό και γνωρίζουν ότι όλοι είναι ενήμεροι, τότε το μυστικό λειτουργεί ίσως διαφορετικά με το να ενδυναμώνει τα όρια μεταξύ της οικογένειας και του έξω κόσμου ή αλλιώς των εξωτερικών συστημάτων. Επιπλέον, ένα μυστικό το οποίο είναι ατομικό, δηλαδή αφορά σκέψεις, συναισθήματα και πράξεις που το μέλος δεν έχει επικοινωνήσει σε κανένα, μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα του να εμπιστευτεί τους άλλους, καθώς το άτομο αυτό ενδέχεται να αισθάνεται πως: ‘Αν οι υπόλοιποι με γνώριζαν πραγματικά και αληθινά, πιθανώς θα με σιχαίνονταν ή δεν θα με εκτιμούσαν άλλο πια’.
Από την άλλη, όταν ένα άτομο αποκαλύπτει το μυστικό του και κάποιος άλλος ή κάποιο άλλο μέλος το ακούει με ενσυναίσθηση και αποδοχή, ο αυτό προσδιορισμός που αναφέρθηκε παραπάνω αρχίζει εμφανώς να αλλάζει. Όταν επίσης το μυστικό βρίσκεται μεταξύ δύο οι περισσότερων μελών της οικογένειας , αποκλείοντας άλλα μέλη, δημιουργούνται τρίγωνα και συχνά οι περίφημοι δεσμοί αφοσίωσης, οι οποίοι είναι πολύ ισχυροί και επηρεάζουν τις δυναμικές μέσα στην οικογένεια.
Ποιες όμως οι συνέπειες που μπορεί να υπάρξουν από τα οικογενειακά μυστικά; Όσον αφορά σε ένα πληροφοριακό επίπεδο, τα οικογενειακά μυστικά οδηγούν πολλές φορές σε διαστρέβλωση, σύγχυση και εξαπάτηση. Σε ένα συναισθηματικό επίπεδο, τα μυστικά επιφέρουν άγχος, ανεξάρτητα από τη θέση που έχει το άτομο αναφορικά με το ποιος έχει επίγνωση και ποιος όχι. Παραδείγματος χάρη ο φορέας του μυστικού μπορεί να βρίσκεται σε νευρικότητα ή σε φόβο μην αποκαλυφθεί το μυστικό. Επιπλέον, μπορεί να υπάρχει δυσφορία όταν γίνεται συζήτηση πάνω σε ζητήματα σχετικά με το εκάστοτε μυστικό αλλά και άγχος στις προσπάθειες του μέλους που γνωρίζει να διαστρεβλώσει τις πληροφορίες. Τέλος, πολλές φορές παρατηρείται και ανάδυση ποικίλων συμπτωμάτων, όπως ψυχαναγκασμοί, φοβίες, κ.α., τα οποία βέβαια αποτελούν (υποσυνείδητα) και πιο εύκολα θέματα προς συζήτηση ή θεραπεία για μία οικογένεια ή κάποια μέλη από ότι το ίδιο το μυστικό και η αποκάλυψη αυτού.
Αυτός που αγνοεί το μυστικό είναι δυνατόν να αισθάνεται επίσης νευρικότητα καθώς μπορεί να δημιουργείται μέσα στην οικογένεια μια φαινομενικά ανεξήγητη ένταση όταν συζητούνται θέματα, σχετικά του μυστικού, με το άτομο που προφυλάσσει το μυστικό. Επιπροσθέτως, το άτομο που αγνοεί μπορεί να αισθάνεται σύγχυση και άλλα αρνητικά συναισθήματα που σχετίζονται με τις εξηγήσεις που προσπαθεί να δώσει στο να κατανοήσει την παραπάνω νευρικότητα. Τα οικογενειακά μυστικά ίσως να διαιωνίζουν την ντροπή και την ενοχή απομακρύνοντας τους άλλους που ίσως να μπορούσαν να βοηθήσουν. Η παραβίαση της εμπιστοσύνης ενδέχεται να είναι βέβαια και η πιο καταστροφική συνέπεια των μυστικών, καθώς επηρεάζει άμεσα τις σχέσεις ανάμεσα στα μέλη.
Τέλος, τα οικογενειακά μυστικά δεν αφορούν απλές συζητήσεις και πολλές φορές αυτά ή ακόμη περισσότερο τα συμπτώματα που αναδύονται (και συνοδεύουν ένα μυστικό) οδηγούν και σε θεραπεία. Τι γίνεται όμως εκεί; Tο κάθε μέλος θα συζητήσει μέχρι εκεί που θέλει να αποκαλύψει. Σίγουρα όμως δεν είναι καθόλου βοηθητικό να ‘εμπλέκεται’ ο θεραπευτής (ένα μέλος, μόνο του, να αποκαλύψει στον θεραπευτή το μυστικό και να του ζητήσει να μην πει τίποτα στον σύζυγο, στην αδερφή, κτλ.), καθώς εκεί η κατάσταση δυσκολεύει παρά διευκολύνεται και μπορεί να οδηγήσει μέχρι και στη διακοπή της θεραπείας.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Imber-Black, E. (1993). Secrets in families and family therapy: An overview. WW Norton & Company.